Τετάρτη 26 Νοεμβρίου 2008

Η ιδεολογική πλευρά του προβλήματος της Κύπρου

Η ιδεολογική πλευρά του προβλήματος της Κύπρου, με βάση την πολιτική Χριστόφια και Αναστασιάδη
Ανάλυση ενός Τραντέλλενα
Αθήνα, 25.9.08

Τι θέλει άραγε ένας Ελλαδίτης να ανακατεύεται στα της Κύπρου;
Η απάντηση: Εκτός από τους Ελλαδίτες Ανανιστές, που βυσσοδομούν κατά της Κυπριακής Δημοκρατίας, υπάρχουν και πατριώτες Ελλαδίτες ενάντια στους Ανανιστές, που βλέπουν ότι η «άλωση» του νησιού σημαίνει απώλεια του μισού Αιγαίου, της Δυτικής Θράκης και ολόκληρης της Ελλάδας. Βασικά καταστροφή για ολόκληρο τον ελληνισμό.
Μας αφορά συνεπώς όλους, Ανανιστές και μη Ανανιστές.
Ένα δεύτερο ερώτημα αφορά την φαινομενικά ακατανόητη στάση και πολιτική του προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, παρ’ όλες τις οφθαλμοφανείς αρνητικές ενδείξεις, για να μην πούμε και αποδείξεις, να προσπαθεί να εξημερώσει το θηρίο που λέγεται «βαθύ κράτος της Τουρκίας», για να συναινέσει στη λύση του Κυπριακού.
Ένα τρίτο ερώτημα αφορά την αφύσικη σύμπραξη (παρά φύσιν) του θιασώτη της νεοφιλελεύθερης πολιτικής κ. Αναστασιάδη. που στηρίζει μετά πάθους τον «σύντροφο» Χριστόφια, παρ’ όλο που άβυσσος χωρίζει την ιδεολογία τους.
Ποιος μπορεί άραγε να λύσει αυτόν τον γρίφο;
Πραγματικά κανένας έως τώρα, απ’ ότι διαπιστώνω, δεν έχει δώσει ικανοποιητική απάντηση στο ερώτημα για τα κίνητρα και τα κριτήρια των ενεργειών των δύο ανδρών και όσων τους στηρίζουν.
Θα επιχειρήσω με ειλικρίνεια, αλλά και παρρησία μια πρώτη προσέγγιση. Μακάρι να κάνω λάθος. Αν όμως κρίνω από ορισμένους κύκλους της Ανανεωτικής Αριστεράς στην Ελλάδα, που τον στηρίζουν και διακηρύττουν την άποψη ότι τα «περί έθνους είναι ανοησίες» τότε πολύ φοβούμαι πως η ανάλυσή μου έχει κάποια δόση αλήθειας, αν δεν ανταποκρίνεται απόλυτα στην αλήθεια. Η ρεπουσική στροφή στην εκπαίδευση στην Κύπρο για να καλλιεργηθεί «κουλτούρα ειρηνικής συμβίωσης, αμοιβαίου σεβασμού και συνεργασίας Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων» καθώς και η στήριξη από Έλληνες εκσυγχρονιστές του κ. Χριστόφια, με κάνει τουλάχιστον καχύποπτο.
Προκαταβολικά θέλω να τονίσω ότι τα πράγματα είναι τόσο απλά, ώστε να αναρωτιέται κανείς; Μα είναι δυνατόν!!!
Τα κίνητρα και του ενός και του άλλου ανδρός είναι ιδεολογικά και εξηγούμαι.
Η ιδεολογία, είναι αυτονόητο και δε χρήζει αποδείξεως καθορίζει την πολιτική.
Ο κ. Χριστόφιας, ως κομμουνιστής, ασπάζεται - απ’ ότι φαίνεται - την άποψη ότι τα περί έθνους, εθνικής ταυτότητας, εθνικής συνείδησης, πατριωτισμού κ.λπ είναι σε απλά ελληνικά: παρωχημένες ιδέες και αποτελούν φαντασιακή πρόσληψη. Εκείνο που πραγματικά υπάρχει και έχει ισχύ στην ιστορία είναι η ταξική πάλη. Αυτή η θέση αποτελεί, κατά την άποψή μου, τον γενικό θεωρητικό κανόνα, ο οποίος καθορίζει και τα κίνητρα της συγκεκριμένης πολιτικής του. Το έθνος - κράτος με τη θεωρία αυτή είναι μια τεχνητή κατασκευή και για να είμαι πιο ακριβής το έθνος, κατά την άποψή τους, είναι δημιούργημα του κράτους, που βασικά δεν έχει λόγο ύπαρξης και πρέπει να διαλυθεί, για να αφήσει έδαφος για την διεθνιστική αλληλεγγύη και τελικά την ταξική πάλη, όπως ισχυρίζονται οι αυτοαποκαλούμενοι μαρξιστές διαφόρων αποχρώσεων και ενδείξεων. Σημασία έχει μόνο η ταξική αλληλεγγύη, κατ’ άλλους ο διεθνισμός. Εξ ου και η αποστροφή του κ. Χριστόφια για «πατριωτικές κορώνες...» και «εθνικιστές» για όσους ασκούν κριτική στην πολιτική του. Η συλλογιστική αυτή οδηγεί κατά τη γνώμη μου στο συμπέρασμα ότι ο αγγλοαμερικάνικος ιμπεριαλισμός, που στόχο έχει είτε να δημιουργήσει έθνη - κράτη προτεκτοράτα (βλέπε Σκόπια, Κόσοβο, Γεωργία και γιατί όχι και Κύπρο), είτε να καταργήσει (να συντρίψει) τα έθνη - κράτη, που αντιστέκονται στα γεωστρατηγικά του σχέδια, αποτελεί προοδευτική δύναμη, γιατί διαλύοντας τα έθνη - κράτη, εδραιώνει την επικράτηση της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, ως ανώτερης μορφής του καπιταλισμού, όπου εξαφανίζονται οι προκαπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, (μικροαστοί, αγρότες κ.λπ) και παραμένει η βασική αντίθεση κεφαλαίου και εργασίας. Μια τέτοια εξέλιξη θεωρείται από τους θιασώτες του «διεθνισμού» και της «ταξικής πάλης» προοδευτική εξέλιξη της κοινωνίας.
Κατά την άποψή μου, από την ιδεολογική αυτή θεώρηση της ιστορίας εκπορεύονται και όλες οι ενέργειες του προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, παραγνωρίζοντας τις συγκεκριμένες σημερινές συνθήκες και προσαρμόζοντας την σημερινή πραγματικότητα σε σχήματα και πρότυπα του παρελθόντος. Παραγνωρίζεται επίσης το γεγονός ότι στην περίπτωση της Κύπρου και της Ελλάδας γενικότερα έχουμε να κάνουμε με λυσσαλέα επίθεση του ιμπεριαλισμού και του Νέο-Οθωμανισμού, ως περιφερειακής ιμπεριαλιστικής δύναμης, που παρεμβάλουν εμπόδια σε οποιαδήποτε διεθνιστική προσέγγιση. Αγνοείται επίσης το γεγονός ότι σε άλλες χώρες της Ευρώπης τα προβλήματα είναι οικονομικοκοινωνικά και όχι ζητήματα εθνικής επιβίωσης και ακεραιότητας.
Πως είναι δυνατό να πιστεύει ο κ. Χριστόφιας ότι με κατοχή από τουρκικά στρατεύματα θα υπάρξει λύση; Πως είναι δυνατό να πιστεύει ότι ο Ερντογάν και ο «φίλος και σύντροφος» Ταλάτ θα συγκατανεύσει σε μία βιώσιμη και λειτουργική λύση; Πως είναι δυνατό να πιστεύει ότι ο αγγλοαμερικάνικος ιμπεριαλισμός, που στηρίζει τις διαπραγματεύσεις τόσο ένθερμα, θέλει δίκαιη λύση, γιατί στηρίζει την διεθνιστική αλληλεγγύη; Πραγματικά είναι απορίας άξιον!
Αν δεν ισχύουν όλα τα ανωτέρω (που ισχύουν), τότε πραγματικά ομολογώ ότι αδυνατώ να κατανοήσω την πολιτική του και το νόημά της. Εκτός αν ανακρούσει πρύμναν και αποδεχτεί από τη σκληρή πραγματικότητα το αυτονόητο ότι πατριωτισμός και διεθνισμός βρίσκονται σε διαλεκτική σχέση μεταξύ τους ή όπως πολύ σωστά τονίζει ο Βάσος Λυσσαρίδης ότι «πατριωτισμός και σοσιαλισμός είναι δίδυμες έννοιες».
Από την άλλη πρέπει να κατανοήσουμε και την στάση του κ. Αναστασιάδη, εκπρόσωπου της εκσυγχρονιστικής πολιτικής στην Κύπρο, κάτι ανάλογο με την εκσυγχρονιστική πολιτική του κ. Κώστα Σημίτη και Γιώργου Παπανδρέου στην Ελλάδα, με στήριξη του σχεδίου Ανάν και όλων των αγγλοαμερικανικών απαιτήσεων, για ένταξη στην νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση και τη νέα τάξη. Όλοι αυτοί πιστεύουν ότι η Ελλάδα και η Κύπρος πρέπει να προσαρμοστεί και ακολουθήσει το άρμα της Δύσης, όπου χωρίς αντιστάσεις θα οφείλει να ενταχθεί η Ελλάδα και η Κύπρος συνακόλουθα. Ο εκσυγχρονισμός είναι κατά την άποψή τους ισοδύναμος με τον εξευρωπαϊσμό και συνεπώς με την πρόοδο.
Να τι έγραφε ο Ανδρέας Παπανδρέου σε μια ανάλυσή του φωτογραφίζοντας τον Κώστα Σημίτη και τους ομοίους του, χαρακτηρίζοντάς τους «προσεταιρισμένους»:
«Οι ‘προσεταιρισμένοι’ Έλληνες έχουν ‘πεισθεί’ ότι το εθνικό μας συμφέρον ταυτίζεται με την πολιτική του μητροπολιτικού κέντρου – δηλαδή των ΗΠΑ ή του υποκατάστατού τους, της Δυτ. Γερμανίας και γενικότερα της Δυτικής Ευρώπης. Οποιαδήποτε άλλη τοποθέτηση της Ελλάδας ή δεν είναι νοητή γι’ αυτούς σαν ρεαλιστική εναλλακτική λύση ή αποτελεί εθνικά ύποπτη τοποθέτηση. Η δημιουργία ενός τέτοιου κλίματος, μιας τέτοιας κυρίαρχης ιδεολογίας, είναι απαραίτητος όρος για τη διάβρωση τόσο των πολιτικών φορέων της περιθωριακής χώρας όσο και των κρατικών λειτουργών της».[1]
Συνεπώς από διαφορετικές αφετηρίες καταλήγουν και οι δύο, ο μεν Χριστόφιας, θέλω να πιστεύω, από πλάνη, ο δε Αναστασιάδης από πρόθεση, στον ίδιο παρονομαστή, στην ένταξη δηλ. της Κύπρου και της Ελλάδας στα γεωστρατηγικά σχέδια των Αγγλοαμερικάνων και των φίλων και συμμάχων τους, της Δύσης γενικότερα. Μέσα στα σχέδια αυτά εντάσσουν και τον δικό τους ρόλο.
Έτσι εξηγείται και η αμέριστη συμπαράστασή τους από τις δυνάμεις αυτές και από τα ελλαδικά κόμματα, που από αριστερά και δεξιά προσαρμόζονται στο ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο των Αγγλοαμερικάνων. Πως είναι δυνατό να πιστεύει αλήθεια ο κ. Χριστόφιας ότι οι απανταχού Ανανιστές, όλων των αποχρώσεων της ίριδος, θέλουν μια δίκαιη λύση του Κυπριακού και γι’ αυτό τον στηρίζουν μετά «μανίας»;



[1] Ανδρέας Παπανδρέου, «Η εθνική ανεξαρτησία, βασικός στόχος», Εφημερίδα “Εξόρμηση”, 18.3.1977.

Δεν υπάρχουν σχόλια: